Έχω εγκαταλείψει τις Γραφές του Αύριο μήνες τώρα -αν αυτό αποδεικνύει κάτι, είναι η απροθυμία μου να εξομολογούμαι ή να σχολιάζω. Προτιμώ να αφηγούμαι ή να επιχειρηματολογώ ή να διοργανώνω κινηματογραφικά φεστιβάλ. Να όμως που τα μπουκρόσια με βγάζουν ξανά στη φόρα, προσκαλώντας με στο 5o Ελληνικό Συνέδριο για το Bookcrossing που φέτος γίνεται στη Θεσσαλονίκη.
Πέρσι τους συγκίνησα διότι έγραψα ένα διήγημα για το πάθος τους, το Καύσιμο της Κόλασης (αυτό είναι το διήγημα, όχι το πάθος τους). Φέτος με καλούν να μιλήσω στο συνέδριό τους σε μια συζήτηση με θέμα «Βιβλίο και Internet». Φυσικά δέχθηκα την πρόσκληση με χαρά -γιατί όμως; 1) Διότι θα μου δοθεί μία ακόμη ευκαιρία να πάω στη Θεσσαλονίκη. 2) Διότι θα μου δοθεί μία ακόμη ευκαιρία να επιχειρηματολογήσω και εμμέσως, να αφηγηθώ. 3) Διότι ελπίζω να βρω αρκετούς που θα μου πουν ότι δεν τους άρεσε το Καύσιμο της Κόλασης και ακόμη περισσότερους που αγάπησαν τις Λάθος Οδηγίες. Αναζητώ τις αρνητικές, ή καλύτερα, επικριτικές κριτικές διότι 1) Δίνουν μεγαλύτερη αξία στις θετικές 2) Μπορεί να είναι ιδιαίτερα εύστοχες 3) Μαθαίνεις πολλά για τους ανθρώπους, μιας και οι αρνητικές κριτικές σου λένε πόσο διαφορετικοί είναι οι άλλοι άνθρωποι από εσένα. Στα 33 journals που έχουν αναρτηθεί για το διήγημα στον διεθνή ιστότοπο του bookcrossing (θα τα βρείτε σπαστά εδώ και εδώ), κυριαρχεί η χαρά και ο ενθουσιασμός για το ότι κάποιος έγραψε ειδικά ένα διήγημα για τον Βιβλιλατισμό, ακολουθούν τα θετικά σχόλια, μετά τα ντροπαλά, ευγενικά και προσεκτικά απογοητευμένα, και μόνο μία, χειμαρρώδης κριτική, που εκφράζει όλη τη βάσανο που της προκάλεσε το διήγημα. Ήταν συναρπαστική εμπειρία το να τη διαβάζω. Και εξακολουθώ να υποστηρίζω ότι η Creative Commons άδεια του διηγήματος καλώς ήταν η by-nc-nd και όχι η by-nc-sa, όχι γιατί έτσι είναι το ορθό, αλλά διότι η πρώτη ταιριάζει στα ρετάλια της ατομικότητας, όπου εντάσσεται ο γράφων, ενώ η δεύτερη είναι για τα μπαλώματα της συλλογικότητας.
Χρησιμοποίησα πολλά 1), 2), 3), προσπαθώντας -υποθέτω-να πείσω ότι επιχειρηματολογώ. Μάλλον όμως εξομολογούμαι. Οπότε σταματώ εδώ, και ίσως όχι για μήνες αυτή τη φορά.